Ο κρυμμένος θησαυρός της Ελλάδας
του Ανδρέα Τσιφτσιάν
Ρώτησε κάποιος κάποιον: "Τι δουλειά κάνεις;" Και απαντά αυτός: "Είμαι Νορβηγός!" Πραγματικά αν μιλάμε για μία χώρα πρότυπο στην διαχείριση του υποθαλάσσιου πλούτου της, αυτή είναι η Νορβηγία. Είναι μία χώρα που κατάφερε πραγματικά κάτι μοναδικό, να γίνει δηλαδή πλούσια όχι με χρήματα που έχει κερδίσει, αλλά με χρήματα που δεν έχει ξοδέψει! Πως; Επενδύοντας στο μέλλον. Έτσι οι "ασθένειες" του πετρελαίου δεν την αγγίζουν. Τι μπορούμε να μάθουμε από αυτούς;
Μία συνετή και ορθολογική εθνική στρατηγική στην οικονομία των ορυκτών ή υδρογονανθράκων οφείλει κατά την γνώμη μου να διαχωρίζει τρεις φάσεις, ώστε να μετατραπούν οι κίνδυνοι που προαναφέρθηκαν σε ευκαιρίες: Η πρώτη φάση αφορά στην έρευνα και εντοπισμό κοιτασμάτων. Μία χώρα οφείλει να γνωρίζει που, πόσο και τι διαθέτει, να κάνει δηλαδή λεπτομερή χαρτογράφηση των κοιτασμάτων της. Ο υποθαλάσσιος πλούτος δεν επιτρέπεται να είναι το αποτέλεσμα εικασιών και υποθέσεων, που μπορούν να δημιουργούν σύγχυση, υπεραισιόδοξες ή και διφορούμενες προσδοκίες με άρες μάρες κουκουνάρες, αλλά και να δίνουν την εντύπωση ενός ανοργάνωτου κράτους προς τα έξω. Η δεύτερη φάση αφορά στο διαχειριστικό κομμάτι της εξορυκτικής οικονομίας, στις συμφωνίες που θα συναφθούν και στις κοινοπραξίες που θα
προκύψουν. Η τρίτη φάση, που την θεωρώ την πιο κρίσιμη, αφορά στην διαχείριση, αξιοποίηση και κεφαλαιοποίηση των εσόδων, στον τρόπο δηλαδή με τον οποίον θα διανεμηθούν τα κέρδη στην εθνική οικονομία, ώστε αυτά να γεννούν νέα κέρδη και επενδύσεις που θα εξασφαλίζουν μία αέναη ανάπτυξη.
Όσον αφορά στο πρώτο η Ελλάδα δεν έχει καν προχωρήσει ακόμη στο αυτονόητο, στην θέσπιση δηλαδή της δικής της ΑΟΖ. Τι καταγραφή αποθεμάτων να κάνει, όταν δεν ξέρει η ίδια ποιος είναι ο δικός της χάρτης; Φοβικά σύνδρομα απέναντι στην γείτονα Τουρκία, η παραίτηση από το δόγμα προβολής ισχύος στην εξωτερική πολιτική, ατολμία και ανικανότητα των πολιτικών της, έλλειψη σοβαρής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, δεν της επιτρέπουν να πράξει η ίδια αυτό που της επιτρέπει το διεθνές δίκαιο! Περισσότερα σε αυτό το κομμάτι δεν χρειάζεται να πω, εφόσον μπορεί να καλυφθεί καλύτερα από άλλους. Σημασία έχει να ξέρουμε από οικονομικής άποψης το προφανές, ότι τα επιβεβαιωμένα κοιτάσματα, ειδικά δε όταν αυτά είναι μεγάλα, μπορούν να ενισχύσουν την διαπραγματευτική θέση μιας χώρας που αφορά στις συμφωνίες συμβολαίων, τιμών, στον καλύτερο επιμερισμό του κόστους δραστηριότητας και τον επιμερισμό κινδύνων, δίνοντας σε ένα κράτος την δυνατότητα συνολικού στρατηγικού σχεδιασμού. Ας μην παραμελούμε εδώ και τον ψυχολογικό παράγοντα που μπορεί να επιδρά θετικά στην αγορά την ελληνικής οικονομίας.
Όσον αφορά στο δεύτερο θα μπορούσα να συνοψίσω την ουσία σε κάθε προσπάθεια της Ελλάδας σχετικά ως εξής: Διασφάλιση του υποθαλάσσιου πλούτου ως α) εθνικού περιουσιακού στοιχείου β) διαχρονικά, μέσα από την δημιουργία συμμαχιών που θα εξασφαλίζουν στο κράτος γ) τα μέγιστα δυνατά οφέλη και δ) τον πολλαπλασιασμό των συνεργιών. Ειδικά για την οικονομία των ορυκτών οφείλει να δοθεί σημασία στην αποδοχή της κοινής γνώμης και στην απόλυτη διαφάνεια κάθε κοινοπραξίας και δυνατότητα πρόσβασης σε κάθε πληροφορία. Στον απεγκλωβισμό της διαχείρισης από την πολιτική και στην ενσωμάτωση του περιβαλλοντικού κόστους στον προγραμματισμό της παραγωγής, όπου περιβαλλοντικές επιπτώσεις θα μελετώνται, θα μετρώνται, θα καταγράφονται και θα δημοσιεύονται. Στην δημιουργία προχωρημένων θεσμικών πλαισίων των κατάλληλων νομοθετικών όρων ή και αλλαγή αυτών, όπου χρειάζεται, ώστε να διασφαλίζεται η ορθολογική χρήση. Στην διασφάλιση των εσόδων για το κράτος μέσα από ένα σύστημα φορολογίας των επενδυτικών εταιριών. Στην βαρύτητα στην ανακύκλωση και στη δυνατότητα επανεκμετάλλευσης παραπροϊόντων εξόρυξης καθώς και στην ασφαλή διαχείριση των αποβλήτων. Στην δημιουργία μηχανισμών ελέγχου, επίβλεψης και παρακολούθησης σε όλη την διάρκεια ζωής της εκμεταλλευτικής δραστηριότητας. Στην έρευνα και εκπαίδευση, στην συμμετοχή ελληνικών πανεπιστημίων σε νέες τεχνολογίες και στην μεταφορά τεχνογνωσίας, στην ανάπτυξη νέων χρήσεων υλικών και πολλαπλασιασμό της προστιθέμενης αξίας τους. Στην ανάπτυξη υποδομών, ακόμη και σε αυτών που θα έχουν κοινωνικό όφελος ή όφελος και για τους άλλους κλάδους της οικονομίας και που δεν θα εξυπηρετούν μόνο την εξορυκτική βιομηχανία. Στην εφαρμογή συστημάτων διασφάλισης ποιότητας και στην εταιρική ευθύνη που δεν θα βλέπει την οικονομία ξεχωριστά από την κοινωνία και το περιβάλλον. Βέβαια όλα τα παραπάνω είναι ένα κεφάλαιο από μόνο του. Θα έχουμε την ευκαιρία να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι ξεκαθαρίζοντας ότι προχωρούμε σε εξορύξεις, η τεχνολογία των οποίων είναι αρκετά ώριμη, ώστε να μην προκαλεί περιβαλλοντικές επιβαρύνσεις. Είναι ένα τεράστιο διαχειριστικό κομμάτι και μία φιλοσοφία που δεν θέλει να βλέπει μόνο κέρδη, αλλά να προσπαθεί να εξασφαλίσει αυτά λαμβάνοντας υπόψη και κινδύνους.
Όσον αφορά στο τρίτο οφείλουμε να μην χάνουμε από τα μάτια μας τα επιτυχημένα μοντέλα αξιοποίησης των εσόδων της οικονομίας υπόγειου πλούτου. Το θέμα δεν είναι μόνο να έχουμε αποθέματα, αλλά να ξέρουμε τι θα κάνουμε με αυτά. Η Νορβηγία διαθέτει το ταμείο διαχείρισης εσόδων (Government Pension Fund Global) από την παραγωγή υδρογονανθράκων. Όλη του η φιλοσοφία βασίζεται στην διασφάλιση των επόμενων γενεών. Το 96% περίπου των εσόδων καταλήγει στο ταμείο προς όφελος της κοινωνικής ασφάλισης και το υπόλοιπο 4% (που είναι η μέση μακροχρόνια απόδοση του ταμείου) στον κρατικό κορβανά. Ισχύει ένα αυστηρός δημοσιονομικός χαρακτήρας (<4>4% σε περιόδους ύφεσης) με διαφάνεια και αποτελεσματικότητα στην διαχείριση κόστους. Τα αποθεματικά του ταμείου ανέρχονται σήμερα σε περίπου 480 δις ευρώ. Η Νορβηγία έχει έτσι ένα πρόβλημα λιγότερο σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Έχει ένα διαχρονικά υγειές σύστημα ασφάλισης που δεν κινδυνεύει από την αλλαγή της ηλικιακής πυραμίδας. Στην Ευρώπη του κοντινού μέλλοντος οι συνταξιούχοι θα αυξηθούν σε σχέση με τους οικονομικά ενεργούς πολίτες και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό, όπου δεν θα μπορούν οι δεύτεροι να χρηματοδοτούν τους πρώτους. Το ασφαλιστικό σύστημα θα καταρρεύσει, εκτός και αν θυσιαστεί μία ολόκληρη γενιά πληρώνοντας και τα δύο.
Ως επιτυχημένα επίσης παραδείγματα αξιοποίησης εσόδων ορυκτού και μη πλούτου θα πρέπει ίσως να αναφέρω το Ντουμπάι και την Χιλή. Οι άραβες κατάφεραν μία τέτοια αλλαγή στην οικονομία τους σε ένα τόσο μικρό χρονικό διάστημα, που ψάχνει να βρει ακόμη παράδειγμα παγκοσμίως στην διαχείριση κερδών προς μία αέναη ανάπτυξη. Τα έσοδα από την πώληση υδρογονανθράκων ανέρχονταν πριν 20 χρόνια στο 50% του ΑΕΠ, όταν σήμερα αποτελούν μόνο το 5%. Κατάλαβαν, ότι υπάρχει ζωή και μετά το πετρέλαιο. Μέσα από μία πολιτική διαφοροποίησης της οικονομίας τους έγινε μία στοχευόμενη μελέτη και σχεδιασμός στους δυνητικούς κλάδους ανάπτυξης με επέκταση της οικονομικής δραστηριότητας σε νέες αγορές όπως ο τουρισμός, η μεταποίηση, το εμπόριο. Κατάφεραν να μετατρέψουν το εξαντλήσιμο σε ανεξάντλητο..
Κι ενώ ίσως η πρώτη φάση είναι δουλειά κυρίως των γεωλόγων, γεωγράφων, σεισμολόγων κτλ, η δεύτερη φάση περιλαμβάνει την συμβολή και συνεργασία μιας σειράς επιστημονικών κλάδων (μεταλλειολογία, οικονομία, ορυκτολογία, νομική, πολιτική, περιβαλλοντολογία, πολεοδομία και χωροταξία κτλ.), η τρίτη φάση αποτελεί πρόκληση για την οικονομική επιστήμη. Για κάθε έσοδο από την εξορυκτική εκμετάλλευση, οφείλει να δημιουργηθεί ένας μηχανισμός που θα προβλέπει αμυντικά εργαλεία από την μια μεριά για αποτροπή των ασθενειών του πετρελαίου, πληθωρισμού και οικονομικής αστάθειας από την διακύμανση τιμών, καθώς και επιθετικά εργαλεία από την άλλη μεριά, για πολλαπλασιασμό της προστιθέμενης αξίας των προϊόντων και συνεχούς ανάπτυξης. Ρίχνοντας λοιπόν μία ματιά σε όλα τα παραπάνω μένει να αναρωτηθούμε, τι από όλα αυτά εφαρμόζει σήμερα η ελληνική πολιτική:
Στο πρώτο κομμάτι ξεκινάμε επιλεκτικά τις έρευνες από το Ιόνιο Πέλαγος, αρνούμενοι να δεχτούμε, ότι η Ελλάδα έχει Αιγαίο και Λιβυκό Πέλαγος! Η Ελλάδα αρνείται να παίξει ένα δυνατό της χαρτί, όταν στο τραπέζι άλλοι τζογάρουν στην βιωσιμότητά της ως κράτος. Γαύγισε η Τουρκία και το βάλαμε στα πόδια. Όσο για το δεύτερο μέρος, τι να πει κανείς… Για την ώρα ό,τι μαθαίνουμε για τις ενεργειακές κινήσεις μας, το μαθαίνουμε από τους εξορυκτικούς διαγωνισμούς που προκηρύσσει το υπουργείο περιβάλλοντος. Από τα άλλα υπουργεία εισπράττουμε μία εκκωφαντική βουβαμάρα. Λες και αυτό το τόσο σημαντικό και λεπτό ζήτημα της εξορυκτικής βιομηχανίας είναι δουλειά μιας και μόνο επιτροπής ενός και μόνου υπουργείου! Στενόμυαλη πρακτική με σχεδιασμό στο γόνατο. Γραφειοκρατία, αδιαφάνεια, πολυνομία, έλλειψη ολοκληρωμένου διεπιστημονικού σχεδιασμού, χρονοβόρες διαδικασίες αδειοδότησης έργων, εξάρτιση του κλάδου από την πολιτική, ελλιπής συνεργασία κεντρικής κυβέρνησης και τοπικής αυτοδιοίκησης. Σχετικά με την τρίτη φάση, άκουσα τον κ. Μανιάτη να μιλάει για την αναγκαιότητα δημιουργίας ταμείου κατά τα νορβηγικά πρότυπα. Χαίρομαι γι αυτό. Όμως συνέστησα την προσοχή σε κάτι που πολύ φοβάμαι άρχισε ήδη να συμβαίνει πριν καλά καλά συσταθεί αυτό το ταμείο: Στην αυτονομία του ως ανεξάρτητου από την πολιτική εργαλείο από την βουβή παρουσία του ΔΝΤ που βρίσκεται ουσιαστικά πίσω από αυτό χρησιμοποιώντας το ως άλλοθι για την αποπληρωμή του δημόσιου χρέους! Πασπαλίσαμε με μακιγιάζ μια κακομούτσουνη γριά για να φαίνεται ως εικοσάχρονη καλλονή.
Η Ελλάδα κρατά στα χέρια της ένα όπλο που το στρέφει εναντίων της. Αγνοεί τις ευκαιρίες και συσσωρεύει κινδύνους. Έχει την δυνατότητα όχι απλά να γίνει μία εξορυκτική δύναμη, διότι δεν είναι μόνο αυτό το ζητούμενο, αλλά να γίνει στρατηγικός ενεργειακός κόμβος στην ευρύτερη περιοχή της! Πρέπει να καταλάβουμε την διαφορά μεταξύ αυτών των δύο. Το πρώτο της εξασφαλίζει χωρίς ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική πρόσκαιρα και αμφισβητούμενα οφέλη, το δεύτερο όμως την καθιστά επί μακρόν υπολογίσιμο οικονομικό και πολιτικό παράγοντα. Στην πρώτη περίπτωση κάθε ρίσκο που θα παράγει θα είναι μόνο δικό της, στην δεύτερη περίπτωση θα είναι και ρίσκο των άλλων. Θα τρέμουν και μόνο μην κρυολογήσουμε. Έχει στην διάθεσή της μοναδικά πλεονεκτήματα: Την ναυτιλία της, την Κύπρο δίπλα της, την στρατηγική της θέση, το υψηλής επιστημονικής κατάρτισης ανθρώπινο δυναμικό της, την εγγύτητά της στην Ευρώπη ως παραγωγός υδρογονανθράκων.
Συμπερασματικά, στις απόλυτες προτεραιότητές της οφείλουν να ανήκουν α) η δημιουργία ταμείου διαχείρισης εσόδων, β) η σύσταση μιας πληθώρας δημόσιων συμμετοχικών εταιρειών επενδύσεων που θα παρέχουν κεφάλαιο σε άλλους τομείς της οικονομίας (από το γερμανικό μοντέλο ανάπτυξης), γ) η δημιουργία αναπτυξιακών τραπεζών «λαϊκής βάσης» που θα αιμοδοτούν την οικονομική της ανασυγκρότηση (βλ. γερμανικές KfW, Rentenbank). Αυτές οι συμμετοχικές εταιρίες επενδύσεων και οι αναπτυξιακές τράπεζες θα μπορούσαν να πριμοδοτούνται και να ανακεφαλαιοποιούνται από τα έσοδα υδρογονανθράκων και να αναδιανέμουν τα κέρδη σε άλλους δυνητικούς κλάδους της εθνικής μας οικονομίας, δ) η σύσταση κρατικής εταιρείας πετρελαίου που να διασφαλίζει τα εμπορικά συμφέροντα του κράτους και θα εισάγει τεχνογνωσία από τις κοινοπραξίες (βλ. νορβηγικό παράδειγμα), ε) καθετοποίηση της παραγωγής με εξάντληση κάθε δυνατότητας επεξεργασίας των κοιτασμάτων στο έδαφός της (υγροποίηση φυσικού αερίου και διύλιση πετρελαίου και όχι απλά εξαγωγή πρώτης ακατέργαστης ύλης, (βλ. Νιγηρία), στ) μεταφορά και διάθεση καθώς και επεξεργασία (ίσως μέρους) του κυπριακού και ισραηλινού αερίου, ζ) εκμετάλλευση των οικονομικών ωφελημάτων στην εξωτερική της πολιτική και «δορυφοροποίηση» των γειτόνων της γύρω από αυτήν, αντί να συμβαίνει το αντίθετο όπως σήμερα, η) δημιουργία ανεξάρτητων μηχανισμών έρευνας, εποπτείας, ελέγχου και διαχείρισης οικονομικών ευκαιριών και περιβαλλοντικών κινδύνων.
Δεν έχουμε πια χρόνο για χάσιμο.
Ανδρέας Τσιφτσιάν
Οικονομολόγος
βιογραφικό >> http://www.spitha-kap.gr/el/kap/firstconference/politiko_symboulio/?nid=1772
ΠΗΓΗ >> http://spitha-kap.gr/el/articles/article/?nid=2910
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου